"21η Απριλίου του 1998. Η 31η επέτειος του Πραξικοπήματος. Το σκοτάδι έχει σκεπάσει εδώ και ώρα την πολύπαθη πρωτεύουσα και εγώ έχω σχεδόν ανασάνει από ανακούφιση. Το παιδί μου, ο γιος μου δεν θα έχει γενέθλια αυτή την αποφράδα ημέρα παρά τις δυσοίωνες προβλέψεις των γιατρών!
Έτσι, μαζί με τη μέλλουσα Μαμά, απολαμβάνουμε ένα επεισόδιο των "Δυο ξένων" και έχουμε ξεκαρδιστεί στα γέλια. Δεν ξέρω πόσο έφταιξαν γι' αυτό ο Δημήτρης Αποστόλου και ο Αλέξανδρος Ρήγας (οι δυο σεναριογράφοι της σειράς), πάντως τα πολλά γέλια προκάλεσαν μάλλον μια ακολουθία γεγονότων που ξεκίνησαν με το: "Κωστή νομίζω ότι έφτασε η Ώρα" -ή κάπως έτσι.
Για να πω τη μαύρη αλήθεια, όλα όσα συνέβησαν από εκείνη τη στιγμή και πέρα μου φαίνονται θολά. Δεν θυμάμαι πως πήραμε την έτοιμη βαλίτσα με τα πράγματα για το μαιευτήριο, πως ειδοποιήσαμε τη μαία και το γιατρό, πως μπήκαμε στο αυτοκίνητο, ποιά διαδρομή ακολουθήσαμε, ούτε πως φθάσαμε στον προορισμό μας. Ήταν λες και βρεθήκαμε με διακτινισμό από το κρεβάτι του σπιτιού μας στην Αίθουσα Τοκετών. Δυστυχώς, αν και ο χρόνος είχε προχωρήσει, βρισκόμασταν ακόμη στην 21η Απριλίου.
Είχα αποφασίσει να παρακολουθήσω τον τοκετό που θέλαμε να είναι "φυσικός". Έχοντας διαβάσει και συζητήσει με γονείς και ειδικούς θέλαμε το Παιδί να έρθει στη ζωή με τον πιο ήρεμο τρόπο και να το έχουμε από την πρώτη στιγμή δίπλα μας. Είχαμε ζητήσει να οδηγηθεί μετά τη γέννηση κατευθείαν στην αγκαλιά της Μαμάς, να θηλάσει και μετά να είναι στο δωμάτιο μαζί μας. Για να τα πετύχουμε αυτά είχαμε αλλάξει γιατρό και μαιευτήριο. Εκείνη την εποχή -αλλά ακόμη και σήμερα- υπάρχει πολλή στενομυαλιά γύρω από το ζήτημα (αλλά αυτό είναι μια άλλη ιστορία που θα τη δούμε πιο κάτω).
Πίσω στην Αίθουσα Τοκετών, κρατιόμαστε από το χέρι γεμάτοι αγωνία καθώς οι πόνοι γίνονται πιο συχνοί. Ακούμε τους χτύπους της καρδιάς του Μωρού που ετοιμάζεται να κάνει σε λίγο την εμφάνιση του. Αυτοί οι χτύποι είναι οι πιο συγκινητικοί ήχοι που μέχρι τότε μπορεί κανείς να έχει ακούσει στη ζωή του. Σε πιάνει κάτι σαν κι αυτό στο σινεμά που τα δάκρυα ανεβαίνουν ως τα μάτια σου, παρά τη θέλησή σου και θέλεις να τα κρύψεις από τους γύρω σου, που μάλλον κάνουν το ίδιο!
Όμως, καθώς πλεόν ο χρόνος μοιάζει να έχει σταματήσει, όλα επιταχύνονται. Πιάνω στην ατμόσφαιρα κάτι ανησυχητικό. Ο γιατρός και η μαία ανταλλάσσουν ένα περίεργο βλέμα. Κάτι δεν παει καλά. Είμαι σίγουρος. Προσπαθώ να χαλαρώσω και να μη μεταδώσω την ανησυχία μου στη Μαμά. Θυμάμαι τον Χιου Γκραντ που λιποθύμησε στους "Εννιά Μήνες", όταν βρέθηκε στη θέση μου. Όμως εκεί λιποθύμησε και ο γιατρός! Ελπίζω να μη συμβεί το ίδιο κι εδώ.
Το χιούμορ δεν σώζει την κατάσταση. "Νομίζω ότι πρέπει να πάμε για καισαρική" λέει η μαία. Ο γιατρός θέλει να περιμένουμε λίγο. Εεκείνη διαφωνεί έντονα. Σύντομα τον πείθει. Ο ομφάλιος λώρος έχει τυλιχτεί στο λαιμό του Μωρού και κινδυνεύει! Με πετάνε έξω κακήν κακώς. Ξαφνικά όλα γίνονται με τρομερή ταχύτητα.
Η 21η Απριλίου έχει πια περάσει, αλλά είναι το τελευταίο πράγμα που με ενδιαφέρει. Νιώθω ότι ζω έναν εφιάλτη. Ευτυχώς δεν είχαμε ειδοποιήσει κανέναν για να έρθει μαζί μας. Ο λεπτοδείκτης δεν λεει να προχωρήσει. Καπνίζω το ένα τσιγάρο πάνω στο άλλο. Μου φαίνεται ότι έχει περάσει ατελείωτη ώρα από τη στιγμή που βρέθηκα "έξω". Όσο περνάει η ώρα, τόσο πιο μαύρες γίνονται οι σκέψεις μου.
Νομίζω ότι φοβούνται να μου πουν την αλήθεια. Κανείς δεν τολμάει να έρθει και να μου πει κατά πρόσωπο τα άσχημα νέα. Κάτι έχει συμβεί στο Μωρό ή και στη Μαμά. Είμαι σχεδόν σίγουρος. Βλέπω γύρω μου χαρούμενα πρόσωπα που δέχονται την ευχάριστη αναγγελία. Άνθρωποι που ήρθαν μετά από μένα. Τι συμβαίνει επιτέλους;
Σαν τη στρουθοκάμηλο κρύβω το κεφάλι μου. Δεν τολμάω καν να πάω να ρωτήσω αν υπάρχουν νέα. Είναι πια τέσσερις το πρωί!
Περπατάω πάνω- κάτω. Δεν ξέρω τι να κάνω. Πως να διώξω το μυαλό και τη σκέψη μου από αυτά που μου συμβαίνουν. Περνάει λίγη ακόμα ώρα, μέχρι που φωνάζουν το όνομά μου. Τα πόδια μου κόβονται. Νιώθω το αίμα να φεύγγει όλο από το πρόσωπό μου. Τα χέρια μου έχουν παγώσει. Πλησιάζω με αβέβαια βήματα στο χώρο που γινονται οι αναγγελίες.
Καθυστερώ λίγο μπροστά στην πόρτα, έτοιμος να το βάλω στα πόδια. Μπαίνω μέσα. Κανείς. Ύστερα από ένα ακόμη εφιαλτικό λεπτό, μια νοσοκόμα φέρνει τη μαμά, σκεπασμένη με ένα σεντόνι. Το σηκώνει και τότε... Θέλω να κλάψω να γελάσω, να χοροπηδήσω. Δυο ματάκια με κοιτάζουν με το γλυκύτερο χαμένο βλέμα του κόσμου. Ένα προσωπάκι που το αγάπάω κεραυνοβόλα. Ζω την πιο ευτυχισμένη στιγμή της ζωής μου. Η νοσοκόμα με βεβαιώνει πως είναι υγιές αγόρι και μου αποκαλύπτει ότι γεννήθηκε στις τέσσερις παρά δυο λεπτά, το πρωί της 22ας Απριλίου του 1998. Μου δείχνει και το γαλάζιο βραχιολάκι στο χέρι του. Η Μαμά είναι καλά και σε λίγο θα ανεβούμε όλοι στο δωμάτιο.
Αργότερα θα μάθω ότι το Μωρό με το που γεννήθηκε -αν και με καισαρική- άρχισε να θηλάζει. Εμένα με ...ξέχασαν και γι' αυτό άργησαν αν με ειδοποιήσουν ότι όλα πήγαν καλά... "
(Απόσπασμα από το Ημερολόγιο ενός πατέρα - Η συνέχεια επί της ...οθόνης!)
1 σχόλιο:
Άγωνιώδες, ενδιαφέρον, ανθρώπινο.Για μένα είχε ιδιαίτερη σημασία, αφού όλα τα έζησα κι εγώ με την ακρίβεια που τα περιγράφεις, όταν γεννήθηκε η κόρη μου η Μικαέλα.
Δημοσίευση σχολίου