Παραμυθάκι εμπνευσμένο από τη ζωγραφιά της Αργυρώς από το Ηράκλειο της Κρήτης. Μια ζωγραφιά που έφτιαξε για το μάθημα των αγγλικών στο Κέντρο Ξένων Γλωσσών Μαρία Μαρκάκη- Μαρκουλάκη. Εκεί που θα βρεθούμε την 1η Ιουνίου με πολλές εκπλήξεις!
Crazy Island
Ο Θ. αφηρημένος, χωρίς να ξέρει πως, μια νύχτα που ταξίδευε
μέσα στο διαδίκτυο -κι ενώ ετοιμαζόταν να παραδώσει τα όπλα- με τα μάτια
κατακόκκινα, βρέθηκε μπροστά σε μια παιδική ζωγραφιά: ένα μικρό νησί που είχε
ζωγραφίσει κάποιο κοριτσάκι. Το ονόμαζε «Τρελό νησί» και είχε μια «ήσυχη
ζούγκλα», ένα «τρελό ποτάμι», ένα «μυστικό ηφαίστειο», μια «μυστηριώδη γέφυρα»,
πολλά «χαρούμενα βουνά», ένα «ξερό δάσος», μια «χρυσή παραλία», ένα
«όμορφο κάστρο», μια «άσχημη καλύβα» κι ένα «παλιό δεντρόσπιτο».
Δεν ήταν μια συνηθισμένη ζωγραφιά: Όταν το κατάλαβε ήταν πια
αργά. Ο κόσμος άρχισε να γυρίζει γύρω του, μια δίνη τον κατάπιε και όλα
σκοτείνιασαν.
Όταν συνήλθε, ένα
τραγούδι από τα παλιά ακουγόταν από κάπου μακριά:
If you dont want to boil as well.
Better start the dance
Do you want to dance with me?
You better start doing it right.
The musics playing, the notes are right
Put your left foot first and move into the light.
The edge of this hill is the edge of the world
Better start the dance
Do you want to dance with me?
You better start doing it right.
The musics playing, the notes are right
Put your left foot first and move into the light.
The edge of this hill is the edge of the world
Ήταν στ’ αλήθεια δίπλα στο «Μυστικό Ηφαίστειο». Ίδιο με
παιδική ζωγραφιά. Κι εκείνος πια, ταξίδευε πίσω στο χρόνο, τότε που χόρευε με το
κορίτσι που φοβόταν τις πεταλούδες. Κι έπρεπε να είναι νύχτα. Αστροφώτιστη. Κι
έπρεπε ούτε κερί να μην υπάρχει. Κι έπρεπε να τους σκεπάζουν αιωνόβιες βελανιδιές.
Αυτά τα μαγικά δέντρα, που αν τ’ ακούσεις προσεκτικά μπορούν να σου διηγηθούν
τα πιο όμορφα παραμύθια…
Και να που χωρίς να ξέρει πως, μετά από χρόνια, άρχισε να χορεύει και πάλι κι έτσι χορεύοντας
να διασχίζει το νησί σαν ήρωας κάποιου μιούζικαλ. Πέρασε πάνω από το τρελό
ποτάμι, χοροπηδώντας στη μυστηριώδη γέφυρα και στο τέλος έφτασε στη χρυσή
παραλία. Κι η θάλασσα αντί γι’ αλάτι είχε ζάχαρη και γεύση σπιτικής λεμονάδας.
Και μέσα από τα δέντρα το κορίτσι. Λες κι ο χρόνος είχε
σταματήσει εκεί παλιά. Γύρω της ένα σύννεφο από πεταλούδες- που δεν τις φοβόταν
πια.
«Αυτή η νοσταλγία δεν είναι για μένα», σκέφτηκε. Μπήκε στη
δίνη και επέστρεψε στον πραγματικό κόσμο: Την επομένη έπρεπε να ξυπνήσει νωρίς
και να περάσει από την Τράπεζα για εκείνο το δάνειο…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου