Ένας πατέρας τριών παιδιών περιγράφει τις οικογενειακές εμπειρίες και όχι μόνον.
Διακοπές!
Τετάρτη 17 Φεβρουαρίου 2010
Άννα μας ακούς; Το σίκουελ!
Από τη δημόσια διαβούλευση για τη Διά Βίου Μάθηση, ξεχωρίσαμε:
-Από έναν εκπαιδευτή ενηλίκων:
Καταρχήν είναι δύσκολο να υπάρξει ουσιαστική διαβούλευση πάνω σ’ ένα κείμενο γενικών αρχών και κατευθύνσεων, που, σε μεγάλο βαθμό, απλά αναπαράγει ανάλογα κείμενα διεθνών οργανισμών και αρχές του επιστημονικού πεδίου της συνεχιζόμενης εκπαίδευσης, για τις οποίες έχει επιτευχθεί, μικρότερη ή μεγαλύτερη, συναίνεση. Θα περιμένω, λοιπόν, για να εκφράσω συγκεκριμένες απόψεις και προτάσεις το νέο νόμο για τη Δια Βίου Μάθηση που εξαγγείλατε. Πάνω απ’ όλα, όμως, θέλω να δω κάποιες τουλάχιστο απ’ αυτές τις κατευθύνσεις να υλοποιούνται, γιατί στη χώρα μας έχουμε «χορτάσει» από πολιτικά κείμενα καλών προθέσεων που μένουν στα χαρτιά. Η εκπαίδευση ενηλίκων βρίσκεται σε απελπιστική κατάσταση στη χώρα μας και έχει άμεση ανάγκη από πράξεις, όχι ευχολόγια. Παρόλα αυτά θα σχολιάσω προκαταρκτικά κάποιες απ’ τις αρχές που παραθέτετε, τις οποίες κρίνω κομβικής σημασίας για το μέλλον της Δια Βίου Μάθησης στην Ελλάδα και στη συνέχεια θα εκθέσω μερικά απ’ τα σημαντικότερα προβλήματά της, που σχετίζονται με τους εκπαιδευτές που απασχολούνται σε αυτήν και από τα οποία έχω άμεση εμπειρία.
Γράφετε λοιπόν στις αρχές της Δια Βίου Μάθησης: «Στοχεύει στην ανάπτυξη της προσωπικότητας του ατόμου… Αποτελεί το κύριο μέσο για την ανάπτυξη της ιδιότητας του ενεργού και ενημερωμένου πολίτη» και παρακάτω στα συστατικά στοιχεία της νέας πολιτικής: » Ενισχύονται οι θεσμοί της γενικής εκπαίδευσης ενηλίκων, όπως τα Σχολεία Δεύτερης Ευκαιρίας, τα Κέντρα Εκπαίδευσης Ενηλίκων ή τα προγράμματα διδασκαλίας Νέας Ελληνικής για μετανάστες συμβάλλουν στην κοινωνική ένταξη και στη διαμόρφωση ενεργών και ενημερωμένων πολιτών». Αναφέρεστε εδώ στην εκπαίδευση ενηλίκων, όπως αυτή αντιδιαστέλλεται προς την κατάρτιση ενηλίκων. Πράγματι, η ενίσχυση της εκπαίδευσης ενηλίκων πρέπει να αποτελέσει μια απ’ τις πρώτες προτεραιότητες σας. Είναι γνωστό σε όσους ασχολούνται με το χώρο ότι εδώ και αρκετά χρόνια προωθούνταν, σχεδόν, αποκλειστικά η κατάρτιση, αρχική και συνεχιζόμενη, για συγκεκριμένους λόγους (παγκοσμιοποίηση, ανεργία, επιδοτήσεις Ε.Ε. κλπ.) και στο λεξιλόγιο μας κυριαρχούν οι όροι «ανταγωνιστικότητα», «ευελιξία», «ανθρώπινο κεφάλαιο». Ελπίζω μόνο η αναφορά σε έννοιες όπως «ενεργός πολίτης» να αντανακλά πραγματικές προτεραιότητες και να μη γίνεται στα πλαίσια κατασκευής συναίνεσης, όπως συχνά συμβαίνει σε κείμενα διεθνών οργανισμών.
Εξίσου σημαντική είναι η αναφορά σας στο ότι η Δια Βίου Μάθηση πρέπει να είναι: » ενεργός & συνεχής και όχι εξαναγκαστική». Νομίζω ότι για όλους μας είναι αποκρουστική η εικόνα ενός ανθρώπου που τρέχει ασθμαίνοντας απ’ την κούνια ως τον τάφο, όπως λέγεται χαρακτηριστικά, για να μαζέψει προσόντα, υπό την απειλή της μη πρόσληψης ή της απόλυσης, δηλαδή η εξαναγκαστική και «τιμωρητική» Δια Βίου Μάθηση. Κατανοώ βεβαίως ότι στο παρόν οικονομικό- κοινωνικό σύστημα με τις προτεραιότητές του η «επικαιροποίηση των γνώσεων & δεξιοτήτων των εργαζομένων ενόψει των ραγδαία μεταβαλλόμενων συνθηκών εργασίας» αποτελεί αδιαπραγμάτευτη αναγκαιότητα. Εδώ μπορεί να παίξει το ρόλο του ένα δημόσιο σύστημα επαγγελματικής εκπαίδευσης και αρχικής κατάρτισης που θα διαγνώσει έγκαιρα τις ανάγκες της αγοράς και θα παρέχει επίκαιρες γνώσεις, δεξιότητες, ικανότητες και κυρίως το να μάθει κάποιος πως να μαθαίνει. Το κυριότερο, όμως, είναι ότι η επικαιροποίηση των γνώσεων κλπ. πρέπει να γίνεται μέσα απ’ την ενίσχυση της ενδοεπιχειρησιακής (ενδοϋπηρεσιακής) επιμόρφωσης και όχι με απολύσεις των υπαρχόντων εργαζομένων και προσλήψεις, στη θέση τους, εργαζομένων που διαθέτουν επικαιροποιημένα προσόντα. Όλα αυτά, όμως, δεν είναι παρά προσπάθειες για να περιοριστούν, σε κάποιο βαθμό, οι αρνητικές συνέπειες του υπάρχοντος μοντέλου κοινωνικής οργάνωσης. Σε τελική ανάλυση αυτό που πρέπει να αποφασίσουμε είναι αν θέλουμε να υποτάξουμε τις ανάγκες της αγοράς σε αυτές των ανθρώπων ή το αντίστροφο, με τίμημα, στη δεύτερη περίπτωση, την εξουθένωση των ανθρώπων και την απανθρωποποίηση των συνθηκών ζωής τους. Μόνο αν επιλέξουμε το πρώτο η γνώση μπορεί να είναι πραγματικά χαρά και όχι αγγαρεία υπό την απειλή της ανεργίας.
Έρχομαι τώρα στα προβλήματα των εκπαιδευτών ενηλίκων στην Ελλάδα. Καταρχήν μου έκανε ιδιαίτερη εντύπωση το γεγονός ότι δεν αναφερθήκατε καθόλου σ’ αυτά κατά την παρουσίαση των προβλημάτων της Δια Βίου Μάθησης και των αιτιών τους. Το σύνθημα «πρώτα ο μαθητής», που οι εκπαιδευτές ενηλίκων γνωρίζουν τη σημασία τους καλύτερα απ’ οποιονδήποτε άλλον, δεν πρέπει να αποτελεί άλλοθι για την αδιαφορία σας προς τον άλλον σημαντικό πόλο της διαδικασίας μάθησης, το δάσκαλο. Το γεγονός ότι μέχρι σήμερα δεν έχει λειτουργήσει καμία δομή ή αυτόνομο πρόγραμμα του ΙΔΕΚΕ για το ακαδημαϊκό έτος 2009- 2010, δεν αποτελεί για σας πρόβλημα άξιο αναφοράς; Ακόμη χειρότερα, που είναι η διαφάνεια στις κυβερνητικές αποφάσεις και το σχετικό δικαίωμα πληροφόρησης του πολίτη που είχατε εξαγγείλει; Από το καλοκαίρι του 2009 χιλιάδες εκπαιδευτικοί, μεταξύ των οποίων πολλοί άνεργοι και υποαπασχολούμενοι, υπέβαλλαν αίτηση για πρόσληψη στις δομές και τα προγράμματα του ΙΔΕΚΕ. Μέχρι σήμερα όχι μόνο δεν έχει προσληφθεί κανείς, αλλά η πολιτεία δεν μπαίνει καν στον κόπο να τους εξηγήσει το γιατί ή το τι μέλλει γενέσθαι. Τόση ευαισθησία, λοιπόν, για πολίτες που σε μεγάλο ποσοστό ανήκουν σε ευάλωτες κοινωνικές ομάδες; Πολλοί απ’ αυτούς επισκέπτονται τον ιστότοπο του ΙΔΕΚΕ ή παίρνουν τηλέφωνο καθημερινά για να ενημερωθούν και η μόνη απάντηση που παίρνουν είναι «υπομονή σε λίγο θα γίνουν οι προσλήψεις». Σκέφτηκε κανείς τον οικογενειακό και επαγγελματικό προγραμματισμό των ανθρώπων αυτών; Θα έπρεπε να κάνει αφιέρωμα στη Δια Βίου Μάθηση καθημερινή εφημερίδα για να πληροφορηθούμε και εμείς ποιά είναι τα σχέδια του νέου Γ.Γ.Δ.Β.Μ.; Δεν θα έπρεπε το ΙΔΕΚΕ στον ιστότοπό του να έχει εξηγήσει, εδώ και πολύ καιρό, στους ενδιαφερόμενους για ποιους λόγους καθυστερούν οι προσλήψεις και πότε θα γίνουν τελικά; Δεν αποτελεί αυτή η πληροφόρηση αυτονόητη υποχρέωση της πολιτείας και δικαίωμα του πολίτη;
Ποια είναι λοιπόν τα προβλήματα των εκπαιδευτών ενηλίκων που χρήζουν άμεσης αντιμετώπισης, αν θέλουμε να επιτύχουμε αναβάθμιση της Δια Βίου Μάθησης στη χώρα μας; Καταρχήν το σύστημα των προσλήψεών τους. Στις δομές και τα προγράμματα του ΙΔΕΚΕ ισχύει εδώ και χρόνια ένα σύστημα μοριοδότησης προσόντων και συνέντευξης των υποψηφίων, που λειτουργεί σχετικά αξιοκρατικά, απ’ όσο γνωρίζω από άμεση εμπειρία. Το κυριότερο αδύνατο σημείο του είναι η συνέντευξη. Από την προσωπική μου εμπειρία, στη συντριπτική πλειοψηφία των περιπτώσεων, στις συνεντεύξεις δεν διερευνώνται οι πάσης φύσεως γνώσεις, ικανότητες ή στάσεις του υποψηφίου που σχετίζονται με την υπό κατάληψη θέση. Πως θα μπορούσε εξάλλου να γίνει αυτό μέσα στα πέντε λεπτά περίπου που κρατάει η συνέντευξη; Για όσους έχουν περάσει από συνεντεύξεις πρόσληψης στον ιδιωτικό τομέα, η διαδικασία αγγίζει τα όρια φάρσας και φυσικά δεν μπορεί να υποστηρίξει σε καμία περίπτωση τη σχετική βαθμολογία. Επίσης, έχω ακούσει πολλές φορές από συναδέλφους για αδικίες στις συνεντεύξεις που αλλάζουν θεαματικά τη σειρά κατάταξης των υποψηφίων. Επομένως η συνέντευξη πρέπει ή να καταργηθεί ή να αναμορφωθεί ριζικά ώστε να εξετάζει πραγματικά την ανταπόκριση των υποψηφίων προς την υπό κατάληψη θέση, με όσο το δυνατό πιο αντικειμενικό τρόπο. Ακόμη, μερικές φορές παρατηρείται διαφορετική βαθμολογία από τις διάφορες επιτροπές για το ίδιο άτομο και υπό το ίδιο σύστημα μοριοδότησης (το πρόβλημα αυτό θα μπορούσε να λυθεί με την εισαγωγή του Ενιαίου Μητρώου Εκπαιδευτών Ενηλίκων). Εκεί, όμως, που επικρατεί η απόλυτη αδιαφάνεια και αυθαιρεσία είναι στις προσλήψεις εκπαιδευτών των δημοσίων Ι.Ε.Κ. Στις προκηρύξεις πρόσληψης υπάρχει απλά γενική αναφορά στα προσόντα που λαμβάνονται υπόψη για την πρόσληψη, χωρίς καμία ένδειξη για το ειδικό βάρος (μοριοδότηση) τους. Ο πίνακας κατάταξης των υποψηφίων εκπαιδευτών δεν δημοσιεύεται πουθενά και οι περισσότεροι διευθυντές Ι.Ε.Κ. αρνούνται να σε ενημερώσουν για τα προσόντα των ανθυποψηφίων σου, επικαλούμενοι ευαίσθητα προσωπικά δεδομένα, παρά τις περί του αντιθέτου αποφάσεις της Αρχής Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων. Στόχος πρέπει να είναι η άμεση λειτουργία του Ενιαίου Μητρώου Εκπαιδευτών Ενηλίκων, αφού προηγηθεί δημόσια διαβούλευση για τη μοριοδότηση των προσόντων. Η αναγκαιότητα του γίνεται ακόμη πιο φανερή, αν αναλογιστεί κανείς τα ποσά και το χρόνο που ξοδεύει κάθε χρόνο ο υποψήφιος εκπαιδευτής, με μικρά εισοδήματα συνήθως, για να καταθέτει τα χαρτιά του στις διάφορες δομές και προγράμματα εκπαίδευσης ενηλίκων.
Όσον αφορά στο καθεστώς απασχόλησης των εκπαιδευτών και των στελεχών της εκπαίδευσης ενηλίκων στη χώρα μας, στη συντριπτική τους πλειονότητα αυτοί απασχολούνται είτε ως ωρομίσθιοι είτε με συμβάσεις ορισμένου χρόνου μερικής απασχόλησης (ενός έτους το πολύ). Σχετικά με τις αμοιβές τους, αρκεί να αναφέρω ότι δεν έχουν αυξηθεί εδώ και δέκα χρόνια τουλάχιστο (απ’ τους λίγους εργαζόμενους στους οποίους έχει συμβεί κάτι παρόμοιο, νομίζω). Θέλετε κάτι ακόμη χειρότερο: η καθυστέρηση στις πληρωμές τους. Στις δομές και τα προγράμματα του ΙΔΕΚΕ φτάνει τον ένα χρόνο, ενώ στα δημόσια Ι.Ε.Κ. τα δύο χρόνια. Τι μας δίνουν όλα αυτά: εκπαιδευτές ανασφαλείς (προσωρινότητα, μερική απασχόληση) και με πρόβλημα επιβίωσης (χαμηλές αποδοχές και καθυστέρηση πληρωμών). Είναι δυνατόν από τέτοιους εκπαιδευτές να ζητούμε επαγγελματισμό και συμβολή στην αναβάθμιση της Δια Βίου Μάθησης; Τα αποτελέσματα αυτής της πολιτικής τα διαπίστωσα με τα μάτια μου στις συνεντεύξεις πρόσληψης στο ΙΔΕΚΕ που έγιναν το 2009. Η συντριπτική πλειονότητα των υποψηφίων ήταν άνεργοι ή υποαπασχολούμενοι νέοι εκπαιδευτικοί, πολλές φορές χωρίς διδακτική εμπειρία ή κατάρτιση. Βλέπουν τις δομές της εκπαίδευσης ενηλίκων ως την αναγκαστική- προσωρινή λύση μέχρι να βρουν μια καλύτερη δουλειά. Πόσοι εκπαιδευτικοί με προσόντα, γνώσεις και εμπειρία, θα θελήσουν να ασχοληθούν σοβαρά με την εκπαίδευση ενηλίκων υπό τις παρούσες συνθήκες;
Αρκετές έρευνες (δεν κάνω εδώ παραπομπές, με μια αναζήτηση μπορεί ο καθένας να εντοπίσει μερικές) έχουν δείξει τη σημαντικότητα του παράγοντα εκπαιδευτής στην εκπαιδευτική διαδικασία. Επίσης δείχνουν ότι η αποδοτικότητα στην εργασία του εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό απ’ την ικανοποίηση των βασικών αναγκών του: αμοιβή, ασφάλεια, προαγωγή, γόητρο, επαγγελματική αυτονομία, επιμόρφωση (ανύπαρκτα στη χώρα μας). Τέλος, ότι για να επιτύχουν οι εκπαιδευτικοί οργανισμοί τους στόχους τους πρέπει να χαρακτηρίζονται (και) από σταθερότητα προσωπικού. Κατανοώ ότι υπό την παρούσα οικονομική κατάσταση μια πρόταση για μόνιμες προσλήψεις στελεχών και εκπαιδευτών στο χώρο της συνεχιζόμενης εκπαίδευσης ή για αύξηση των αμοιβών τους θα φάνταζε σε πολλούς ως ανέκδοτο. Αν όμως δεν κινηθούμε, έστω και δειλά, προς αυτή την κατεύθυνση, η ίδια η αναβάθμιση της Δια Βίου Μάθησης θα καταντήσει ανέκδοτο. Θα μπορούσε ένα μέρος τουλάχιστο των στελεχών και εκπαιδευτών της συνεχιζόμενης εκπαίδευσης να προσληφθούν ως μόνιμοι, με πλήρη απασχόληση και ικανοποιητικές αμοιβές. Αυτό θα διασφάλιζε μια ελάχιστη συνέχεια στις δομές, θα αξιοποιούσε την εμπειρία και την τεχνογνωσία που αποκτάται και θα προσέλκυε εκπαιδευτές και στελέχη με εμπειρία και κατάρτιση. Διαφορετικά θα διαιωνιστεί το σημερινό απαράδεκτο φαινόμενο της ευκαιριακής απασχόλησης μέχρι να βρει κάποιος μια καλύτερη δουλειά και καμία ουσιαστική βελτίωση του επιπέδου εκπαίδευσης δεν θα μπορέσει να υπάρξει. Γύρω απ’ αυτό το μόνιμο προσωπικό θα μπορούσε να υπάρχει ένας κύκλος συμβασιούχων, που θα αμείβονται όμως αξιοπρεπώς και χωρίς καθυστερήσεις και θα έχουν τις ευκαιρίες να επιδιώξουν τη μονιμοποίησή τους, ανάλογα με τις οικονομικές δυνατότητες και τις ανάγκες της συνεχιζόμενης εκπαίδευσης. Το παλιό, καλό «Δει δη χρημάτων…» ισχύει πάντοτε.
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου