Το Λευκό Παραμύθι με ζωγραφιές της Στεφανίας Βελδεμίρη συνεχίζεται:
…Το τρένο περνώντας μέσα από ένα σύννεφο βάφτηκε κάτασπρο, λες κι είχε βουτήξει σε κουβά με μπογιά… Συνέχιζε να βγάζει τον μπαμπακένιο καπνό του. Ενώ τα παιδιά κοιμόντουσαν, μικρές κόκκινες καρδούλες πετούσαν γύρω με τα άσπρα σγουρά φτεράκια τους, ενώ δεκάδες μισοφέγγαρα καθρεφτίζονταν στον ουρανό, φυλάγοντας τον ύπνο των παιδιών.
Το τρένο άρχισε να προσγειώνεται και μια απαλή φωνή ακούστηκε από τα μεγάφωνα:
-Παιδιά ξυπνήστε σιγά –σιγά. Φτάνουμε!
Σηκώθηκαν κι έτριβαν τα μάτια τους. Ο Σοκοφλής γέμισε δυο ποτήρια γάλα που τα ήπιαν μονορούφι. Από το τζάμι είδαν απαλές νιφάδες να γεμίζουν τον ουρανό. Όλα κάτω ήταν κατάλευκα. Το τρένο ήσυχα- ήσυχα προσγειώθηκε. Δεν ακουγόταν κανένας θόρυβος. Μια απόκοσμη σιωπή βασίλευε….
-Χώρα Ανθρωποπεταλούδων. Θα παραμείνουμε για λίγη ώρα. Ντυθείτε ζεστά. Μικρή αναπάντεχη χιονόπτωση. Οι ανθρωποπεταλούδες είναι στις φωλιές τους. Θα τις συναντήσετε κατά την επιστροφή σας. Καλή διασκέδαση!
Όταν έσβησε κι η φωνή από τα μεγάφωνα ντύθηκαν με τα ρούχα που βρήκαν να τους περιμένουν σε μια ανοικτή ντουλάπα και βγήκαν έξω.
Ήταν τέλεια. Ένα έλκηθρο τους περίμενε κι ανέβαιναν πότε ο ένας και πότε ο άλλος επάνω…
Στο τέλος ο Σοκοφλής το έσερνε προς μια πόλη με σπίτια που έμοιαζαν έρημα. Ένα μοναχικό πουλάκι τους χαιρέτησε και η Σελίνα του χάρισε ένα φωτεινό χαμόγελο.
Τότε το πουλί τους ψιθύρισε στο αυτί το μυστικό του πετάγματος. Η Σελίνα και ο Σοκοφλής κουνώντας τα χέρια τους, πετούσαν σαν πουλιά. Όμως ένα ακόμη δώρο περίμενε τη φίλη μας. Ένα κόκκινο μπαλόνι καρδιά.
-Θα σου χρειαστεί εκεί που πάτε, είπε αινιγματικά το πουλί με ανθρώπινη λαλίτσα.
Τους χαιρέτησε και έφυγε πετώντας.
-Αιωρούμαστε στην παγωνιά με ζεστή καρδιά. Έτσι λες να νιώθουν οι χιονονιφάδες Σοκοφλή; ρώτησε η Σελίνα
-Δε με νοιάζει, είναι τρεεεεεεεελλα!!!
Μια μουσική, ένα βαλς από χιλιάδες τιτιβίσματα πουλιών απλώθηκε στον αέρα κι άρχισαν να χορεύουν. Η Σελίνα που μάθαινε χορό οδηγούσε τα βήματα του Σοκοφλή–αν μπορούμε να τα πούμε έτσι, αφού ήταν στον αέρα.
Είχαν χάσει την αίσθηση του χρόνου, μέχρι που ακούστηκε το σφύριγμα του τρένου και χωρίς πολύ διάθεση πήραν το δρόμο της επιστροφής.
Μπήκαν από τα παράθυρα πετώντας. Ο Ίσον τους περίμενε χαμογελώντας στο βαγόνι.
-Και τώρα όλα είναι έτοιμα για τη Χώρα της Καρδούλας. Βλέπω έχεις και το κόκκινο μπαλόνι. Ήμουνα σίγουρος για σένα Σελίνα. Όσο για τον Σοκοφλή…
Άνοιξε το σακίδιό του κι έβγαλε ένα παράξενο μπαλόνι. Ήταν ένα τεράστιο φουσκωτό ποτήρι με αληθινό γάλα μέσα.
-Θα σας χρειαστεί κι αυτό για την αποστολή σας! Πώς νιώθετε είσαστε ξεκούραστοι, είσαστε έτοιμοι;
Τα δυο παιδιά κοιτάχτηκαν αμήχανα:
Έτοιμοι, για ποιο πράγμα;
….συνεχίζεται…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου